Οι μέρες στο Πλατνάκι πέρασαν πολύ όμορφα. Ήσυχα αλλά γιορτινά, όπως πάντα αυτή τη μέρα, φάγαμε όλοι μαζί στην πλατεία του χωριού. Με τον μπαμπά μαζέψαμε κορόμηλα από ένα δέντρο τα οποία ήταν πολύ νόστιμα, αλλά αρκετά ξινά για να φας πολλά. Η θέα στο ελατοδάσος, το καλό φαγητό και η παρέα ήταν απολαυστικά. Το απόγευμα με τον αδερφό μου αποχαιρετήσαμε την υπόλοιπη οικογένεια και κατευθυνθήκαμε προς ένα άλλο βουνό.
Τώρα μετά από αρκετές ώρες ταξιδιού μέσα στο δάσος, βρισκόμαστε στο όρος Μαίναλο, στην αγαπημένη Στεμνίτσα, στο σπίτι. Ο Δρακούλης δεν είχε επισκεφθεί την περιοχή. Έτσι σκεφτήκαμε να κάνουμε ένα ταξίδι αναζητώντας όμορφα σημεία για μερικά φωτογραφικά projects που έχω αναλάβει και παράλληλα εκείνος να γνωρίσει τον τόπο. Μαζί φυσικά ήθελα να πάρω και εσάς και μέσα από τα κείμενα και τις εικόνες να σας μεταφέρω όσο καλύτερα γίνεται στα μέρη που θα επισκεφθούμε.
Τώρα η ώρα είναι δώδεκα, λίγο αργά, δεδομένου ΄ότι αύριο το ξυπνητήρι θα χτυπήσει στις έξι το πρωί. Οπότε θα σας αφήσω εδώ για σήμερα. Έχω τραβήξει πολλά βίντεο και ελπίζω αύριο να καταφέρω να ανεβάσω εδώ ένα vlog.
Σήμερα είναι η τελευταία μέρα καλοκαιρού που βρίσκομαι στη Στεμνίτσα. Αύριο θα κατευθυνθώ προς το νότο, στο μέρος όπου μεγάλωσα. Θα είμαι με την οικογένειά μου και πέρα από διάφορες δουλειές που θα τακτοποιήσουμε, θα κάνουμε και διάφορες εξορμήσεις. Περισσότερα μπάνια στη θάλασσα και περπάτημα στους ελαιώνες με περιμένουν τώρα, τον Αύγουστο. Το βουνό όταν θα ξαναέρθω εδώ, θα αρχίζει να μπαίνει σε φθινοπωρινή διάθεση. Νέα χρώματα και μυρωδιές θα κατακλύζουν το τοπίο τριγύρω.
Οι τελευταίες μέρες ήταν κάπως μοναχικές με έναν περίεργο τρόπο. Παρόλο που το χωριό έχει πολύ κόσμο, μια καλοκαιρινή ηρεμία, με έκανε να επιθυμήσω τον χειμώνα ξανά. Με τα σιωπηλά και σκοτεινά απογεύματα και τις κρύες νύχτες. Ακόμη κι αν έμεινα κάπως ήρεμη και χαλαρή, δεν άφησα το Σαββατοκύριακο να περάσει έτσι. Από χθες δουλεύω έναν πίνακα που έχω καθυστερήσει κάπως να ολοκληρώσω… Έχει αρχίσει να παίρνει πια μια μορφή που μου αρέσει και καταλαβαίνω προς τα πού πηγαίνει. Στην αφηρημένη ζωγραφική, μπορεί να ξέρει κανείς τι ζωγραφίζει περίπου εξαρχής, αλλά μπορεί να είναι και κάτι εντελώς άγνωστο που περιμένει να ανακαλυφθεί σιγά- σιγά. Έτσι συμβαίνει με αυτό το έργο, το οποίο είναι εμπνευσμένο από τον νυχτερινό ουρανό.
Σε λίγο θα ξεκινήσω να ετοιμάζω το σπίτι και τη βαλίτσα για την αυριανή αναχώρηση.
Οι Νύμφες κατά την Ελληνική Μυθολογία θεωρούνταν γυναικείες μορφές με θεϊκή καταγωγή και νεαρές στην ηλικία. Ζούσαν στην άγρια φύση και τα βουνά συνοδεύοντας την Άρτεμη. Ήταν πνεύματα του γλυκού νερού και προστάτευαν πηγές, ποτάμια και λίμνες. Τόνιζαν έτσι τη σημασία του νερού για την ύπαρξη της ζωής, της γονιμότητας και της βλάστησης. Ήταν όλες πολύ όμορφες και τραγουδώντας με τις γλυκές φωνές τους, υμνούσαν τους Ολύμπιους θεούς και ιδιαίτερα τον θεό Ερμή. Άλλες φορές χόρευαν μαζί με τον θεό Πάνα, γιό του Ερμή, στα λιβάδια και στις πλαγιές, συνήθως κοντά σε πηγές.
Κατατάσσονταν μεταξύ θεών και θνητών. Ως ημίθεες δεν ήταν αθάνατες, αλλά ζούσαν πολλά χρόνια και τρέφονταν με αμβροσία. Πολλοί θεωρούσαν ότι είναι κόρες ή μητέρες θεών. Άλλοι τις θεωρούσαν κόρες ποταμών ή του μεγαλύτερου ποταμού, του Ωκεανού. Έτσι, συνηθίζεται κάθε περιοχή να έχει τους ποταμούς της και καθένας από αυτούς τις Νύμφες του.
Οι Νύμφες χωρίζονται σε τρεις κατηγορίες. Οι Ναϊάδες περνούσαν τον χρόνο τους σε πηγές, κρήνες και ποτάμια προστατεύοντάς τα. Κατά τη διάρκεια της ζωής τους απολάμβαναν τον έρωτα με τον Ερμή ή τους Σιληνούς. Έμεναν σε σπηλιές μέσα στο νερό των ποταμών. Ζούσαν όσο και οι πηγές που προστάτευαν και όταν αυτές στέρευαν, έσβηνε η ζωή τους. Οι Ορεστιάδες κατοικούσαν στα όρη, κοντά σε πηγές. Οι Δρυάδες ήταν οι Νύμφες των μοναχικών δέντρων και των λιβαδιών. Το όνομά τους σήμαινε “δέντρο και γυναίκα ταυτόχρονα”. Όταν βρέχει χαίρονται γιατί τρέφονται τα δέντρα, ενώ όταν οι βελανιδιές χάνουν τα φύλλα τους κλαίνε. Τα έλατα, τα πεύκα και οι δρύες άρχιζαν να μεγαλώνουν με το που άρχιζε η ζωή μιας Νύμφης. Απαγορευόταν να τα αγγίξει άνθρωπος με τσεκούρι, καθώς θεωρούνταν ιερά. Όταν ερχόταν η στιγμή μια Δρυάδα να πεθάνει, μαραινόταν πρώτα το δέντρο της μέσα στη γη. (πηγή: Βικιπαίδεια)
Η λέξη “νύμφη” σχετίζεται με τη νύψη και τη γυναίκα που είναι καλυμμένη με πέπλο, νεαρή δηλαδή κοπέλα σε ηλικία γάμου. Σύμφωνα πάλι με τον Ησύχιο μία από τις σημασίες της λέξης “νύμφη” είναι “μπουμπούκι τριαντάφυλλου”.
Στην Αρκαδία ξεχωρίζουν τρεις Νύμφες. Η Αγνώ, η Νέδα και η Θεισόα θεωρούνταν τροφοί του Δία. Ο μύθος λέει ότι η μητέρα του, Ρέα τον οδήγησε σε αυτές όταν ήταν βρέφος, για να τον σώσει από τον πατέρα του Κρόνο, ο οποίος έτρωγε τα παιδιά του. Έπειτα, οι τρεις τους έλουσαν τον Δία σε ένα παγωμένο και όμορφο ποτάμι. Αυτό πήρε το όνομα “Λούσιος“. Σύμφωνα με την αρκαδική παράδοση ο θεός γεννήθηκε στη θέση “Κρητέα” του Λυκαίου όρους.Η Αγνώ σύμφωνα με τον Παυσανία είχε δώσει το όνομά της σε μια πηγή του ίδιου βουνού. Ως αρχαία μετεωρολογική θεότητα, συνδεόταν με την βροχή. Μάλιστα, σε περιόδους ξηρασίας ο ιερέας του Λύκαιου Διός πήγαινε μπρος στην ομώνυμη πηγή και εξευμένιζε την τιμώμενη νύμφη με προσευχές και θυσίες.
Στην λαϊκή παράδοση οι Νύμφες πήραν τη μορφή των νεράιδων, οι οποίες ζούσαν στα βουνά, στις νεραϊδοσπηλιές και στις νεραϊδόβρυσες. Θεωρούνταν επικίνδυνο να τις συναντήσει κανείς, λόγω της πιθανότητας να τον αρπάξουν οι Νύμφες, όπως συνέβη με τον Ύλα.
Σήμερα η μέρα είχε πολλή δουλειά στον πάγκο και τον υπολογιστή, αλλά καθόλου δεν με κούρασε. Έχει σημασία να περνούν οι μέρες και να καταπιανόμαστε με πράγματα που μας γεμίζουν και μας κάνουν να νιώθουμε δημιουργικοί και σημαντικοί. Ακόμη κι αν κάποιες φορές δεν καταφέρνουμε να κάνουμε αυτό που αγαπάμε πιο πολύ, πάντα υπάρχει τρόπος να αγαπήσουμε αυτό που κάνουμε. Άλλωστε δεν έχει και τόση σημασία τι κάνουμε, αλλά πώς το κάνουμε. H ποιότητα που φέρνουμε σε αυτό δηλαδή.
Το ξέρω, κάποιες φορές είναι δύσκολο, ίσως τις περισσότερες, αλλά υπάρχει τρόπος. Όταν μπορούμε να είμαστε σε μια κατάσταση ευγνωμοσύνης και χαράς χωρίς κανέναν ιδιαίτερο λόγο, τότε αυτή η ενέργεια μας ακολουθεί σε ό,τι κάνουμε και το να ανεβάζει. Απλώς πρέπει να βρούμε αυτό το κάτι που ξεκλειδώνει μέσα μας αυτή την κατάσταση αρμονίας και αποδοχής της ζωής. Σε εμένα έχει λειτουργήσει ο διαλογισμός. Μετά από αρκετό καιρό άσκησης τώρα πια βλέπω κάποιες όμορφες αλλαγές που έχει φέρει. Και έπονται πολλά ακόμη! Κυρίως είναι μια σιγουριά ότι όλα είναι εντάξει, όσο τραγικά ή αγχωτικά κι αν μοιάζουν στην αρχή.
Κάπου εδώ θέλω να σας ευχαριστώ πολύ για τα όμορφα σχόλια στην προηγούμενη ανάρτηση. Μου δίνουν κίνητρο να συνεχίσω να φέρνω όμορφες εικόνες και λόγια καρδιάς. Ζωντανεύει το blog και υπάρχει μια επικοινωνία από δύο πλευρές. Οπότε, ευχαριστώ πολύ!
Σήμερα το πρωί ξύπνησα από έναν περίεργο ήχο, τον οποίο ονειρευόμουν, αλλά μόλις άνοιξα τα μάτια μου φάνηκε σαν κάτι να περνούσε έξω από το σπίτι, ίσως αυτοκίνητο… Είδα το ρολόι και ήταν πέντε παρά δέκα. Λίγα λεπτά δηλαδή, πριν χτυπήσει το ξυπνητήρι. Χαμογέλασα και είπα καλημέρα. Μετά από λίγες στάσεις yoga και μερικές ασκήσεις ενδυνάμωσης, βγήκα έξω για να προλάβω την ανατολή.
Κάθε φορά που στέκομαι ψηλά και αντικρίζω το χωριό, τα βουνά και τα δέντρα, πάντα η αίσθηση είναι καινούρια και ποτέ δεν το βαριέμαι. Μια μαγεία πρέπει να τυλίγει αυτό το μέρος, δεν εξηγείται αλλιώς. Μια μαγεία… Ίσως φταίνε οι Νύμφες. Τα χρώματα και το φως ήταν πανέμορφα λίγο πριν ανατείλει ο ήλιος και στο θέαμα, φούσκωνα από χαρά! Ήθελα να τα χωρέσω όλα στην αγκαλιά μου και να τα κρατήσω εκεί μέσα.
Πήρα αρκετό χρόνο και παρατήρησα τα σπιτάκια, τα έλατα στο βάθος και τον ουρανό. Μπορούσα να δω το σπίτι μου από εκεί πάνω. Οι πλαγιές λουζόντουσαν στο φως του ήλιου που έπεφτε πίσω από τις βουνοκορφές. Υπάρχει κάτι στα πρωινά, που μετά χάνεται κάπως. Αυτή η αίσθηση μυστηρίου και αφύπνισης της ύπαρξης. Μου δίνει μεγάλη ενέργεια και διάθεση να ξεκινήσω δυναμικά τη μέρα.
Μετά από λίγο, ο ήλιος φάνηκε πάνω από την κορυφή και το τοπίο ξεκίνησε να αλλάζει. Το φως άρχισε να τα καταπίνει όλα, αλλά και να τα ζωντανεύει. Κι εγώ ήμουν μαζί με τα υπόλοιπα πλάσματα σε αυτή τη μοίρα. Δεν μπορούσα εύκολα να κοιτάξω απευθείας τον ήλιο, έπαιρνα όμως ζωή από αυτόν. Έκλεισα λοιπόν τα μάτια και αφέθηκα στο θεραπευτικό άγγιγμα των ηλιαχτίδων.
Αγαπώ πολύ αυτή τη φούστα. Την αγόρασα από ένα κατάστημα vintage στη Βαρκελώνη. Πώς βρέθηκε άραγε εκεί; Ποια την φορούσε πριν από εμένα; Έχει ιστορία αυτή η φούστα και ένα αυθεντικό παλιομοδίτικο ύφος, με τα κουμπιά μπροστά σε όλο το μήκος. Τα όμορφα μοτίβα λουλουδιών μου προκαλούν ευχάριστη διάθεση και όταν φυσάει, το ύφασμα ανεμίζει πολύ χαριτωμένα.
Πριν φύγω από εκεί, το βλέμμα μου στάθηκε ξανά στις πλαγιές και στο πώς έπεφτε το φως πάνω στα έλατα. Έκρυψα με τα δάχτυλα το σώμα του ήλιου και κοίταξα ξανά κάνοντας κάδρο με τα χέρια μου. Και τότε είπα “Ναι αυτό είναι!”. Τοποθέτησα τον τηλεφακό στην κάμερα και τράβηξα το κάδρο που είχα σχεδιάσει. Η μαγεία συνεχίστηκε και εγώ χαμογελούσα απολαμβάνοντας αυτό που συνέβαινε και που κάθε δευτερόλεπτο άλλαζε μορφή, ώσπου σιγά- σιγά χανόταν.
Με δωρεά της οικογένειας Αναστασίου & Ζαμπέτας Δημακοπούλου και την επιμέλεια του εκκλησιαστικού συμβουλίου, σχεδιάστηκε μια προτομή του Θεόδωρου Κολοκοτρώνη, η οποία και αποκαλύφθηκε σήμερα στην πλατεία του χωριού.
Όσα και να πω για τον Κολοκοτρώνη θα είναι λίγα. Όλοι ξέρουμε πόσο μεγάλος ήρωας είναι. Γεννήθηκε σκλαβωμένος τον Απρίλιο του 1770 και πέθανε ελεύθερος και τιμημένος τον Φεβρουάριο του 1843 σε ηλικία 73 χρονών. Ένας γενναίος άνθρωπος που αγαπούσε τη χώρα του και τους Έλληνες και που τα έδωσε όλα για να είναι ελεύθερος, ο ίδιος αλλά και οι γύρω του. Αγαπούσε τη Στεμνίτσα και ερχόταν εδώ πολύ συχνά για να κρυφτεί από τους Τούρκους και να ετοιμάσει τα επόμενα βήματα κατά τη διάρκεια της επανάστασης. “Ο Κολοκοτρώνης» λέει ο Κωστής Παλαμάς «όπως ήταν ήρωας των πολέμων και των κινδύνων, ήταν και άνθρωπος των σοφών γνωμικών, των έτοιμων απαντήσεων, των εικόνων και των συμβόλων. Κόκκινο χρώμα είχε η φουστανέλα του. Αρχαϊκή περικεφαλαία είχε διαλέξει για κάλυμμα του κεφαλιού του. Όταν έγραφε στους φίλους, έβαζε με μικρό θ το πρώτο γράμμα του κύριου ονόματός του. Όταν ήταν οργισμένος, το έγραφε με κεφαλαίο”.
Σημαντικό όμως είναι ότι υπάρχουν και σήμερα άνθρωποι που αγαπούν τον τόπο τους, όπως το ζευγάρι Δημακοπούλου και που δεν ξεχνούν τις ρίζες τους, όσο μακριά κι αν βρίσκονται. Στην εκδήλωση όλη η οικογένεια με παιδιά και εγγόνια είχε καταφθάσει, ερχόμενη από τον Καναδά. Έγιναν πολλές ομιλίες, χαιρετισμοί και κατάθεση στεφάνων.
Έπειτα, ο σύλλογος “Ελληνική Παράδοση” από το Άργος, παρουσίασε παραδοσιακούς χορούς. Κορίτσια και αγόρια του Λυκείου χόρεψαν με την καρδιά τους και σε κλίμα ευφορίας. Ντυμένοι με παραδοσιακές στολές της Πελοποννήσου έδειχνα όμορφοι και σαν να ήταν από μια άλλη εποχή. Στη συνέχεια μπήκαν στον χορό άνθρωποι από το κοινό, ακόμη και παιδιά της φιλαρμονικής. Όλοι μαζί σε κύκλο με δυνατή μουσική πιάνοντας ο ένας τον άλλο από το χέρι. Μαζί τους κι εγώ!
Όλοι οι Έλληνες σχεδόν καταγόμαστε από ένα μικρό χωριό και φαντάζομαι ότι πολλοί από εσάς αναγνωρίζεται την αίσθηση του να είσαι διακοπές στο χωριό και να συμμετέχεις σε γλέντια και εκδηλώσεις. Πώς όλα είναι πιο άνετα, άμεσα και ζωντανά. Ο ήλιος καίει την επιδερμίδα, αλλά οι άνθρωποι γελούν, τα παιδιά τρέχουν με ένα παγωτό στο χέρι, κάποιοι χορεύουν και κάποιοι άλλοι καμαρώνουν.
Το χωριό είναι σχετικά ήρεμο τα μεσημέρια και τα απογεύματα. Τον Αύγουστο θα έχει περισσότερο κόσμο. Θα είναι κυρίως όσοι έχουν τα σπίτια τους εδώ, αλλά ζουν μόνιμα στις πόλεις ή έχουν φύγει στο εξωτερικό. Όσο κόσμο κι αν έχει, το καλό είναι ότι σε δέκα λεπτά μπορώ να κρυφτώ στο δάσος και να παραμείνω εκεί όσο χρειάζομαι. Παρέα με τα γλυκά έλατα, τις καρυδιές και τις καστανιές. Με τον ήχο της σιωπής και τα πανέμορφα τοπία.
Μερικές φορές νιώθω ότι η φύση παίρνεται για δεδομένη και ότι οι περισσότεροι την παραβλέπουμε. Θεωρούμε δεδομένα τα φυτά στο πάρκο, ή τα λουλούδια στο μπαλκόνι και σπάνια συναισθανόμαστε τον παλμό που έχει ένα δάσος. Τη συνεχή εξέλιξη και την ένταση που κρύβει η ζωή εκεί. Πόσο ζωτικό είναι για εμάς τους ίδιους. Και αρκεί να βρεθείς κάμποσες φορές εκεί και τότε αρχίζεις να το καταλαβαίνεις.
Είναι από τα πιο όμορφα πράγματα που ξέρω, να είσαι μόνος σε ένα όμορφο σημείο μέσα στο δάσος. Μπορώ να κοιτάζω τα λουλούδια και να τα μυρίζω. Παρότι θα έδειχναν όμορφα σε ένα βάζο στο σπίτι, δεν καταφέρνω να τα κόψω, κάτι με σταματά… Και γυρίζω στο σπίτι δίχως μπουκέτο, μα ξέρω ότι τα λουλούδια θα ζήσουν άλλη μια μέρα.
Η ώρα είναι έντεκα παρά το βράδυ. Όχι πολύ αργά, αλλά για εμένα που θέλω να ξυπνήσω στις πέντε το πρωί, πλησιάζει η ώρα για ύπνο. Η βόλτα μου ήταν μικρή αλλά ό,τι έπρεπε για να πάρω αέρα και να αποσυμπιεστώ. Συνάντησα κάποιους φίλους στο καφενείο και μετά περπάτησα μόνη μου στα διάφορα δρομάκια μέσα κι έξω από τη Στεμνίτσα. Το έντονο πράσινο χρώμα είναι τώρα στο πικ του, τα έλατα έχουν μαγευτικό άρωμα και τα πουλιά κελαηδούν δυνατά.
Περπάτησα στα στενά του οικισμού και πέρασα έξω από το σπίτι ενός ηλικιωμένου ζευγαριού. Η κυρία Βασιλική με ρώτησε το όνομά μου και ποια είναι η καταγωγή μου. Επίσης, ενδιαφέρθηκε να μάθει αν είμαι φοιτήτρια εδώ στη σχολή. Ήταν πολύ φιλική και με άφησε να φωτογραφίσω ανενόχλητη τα λουλούδια της, ενώ μου ευχήθηκε τα καλύτερα. Τράβηξα μερικές φωτογραφίες και την αποχαιρέτησα κατηφορίζοντας προς το κέντρο. Ένα γλυκό και απολύτως χαλαρό απόγευμα.